- σφάκτρον
- σφάκτρον, τό, Zoll für geschlachtetes Opfervieh
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
σφάκτρον — tax paid for victims neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σφάκτρον — τὸ, Α φόρος που πλήρωναν οι θύτες («τὸ σφάκτρον τέλους ὄνομα ἦν ἐπὶ τοῡ καταβαλλομένου ὑπὲρ τῶν θυομένων οὕτως ἐπονομασθέν», Πολυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. σφάζω + επίθημα τρον (πρβλ. πλῆκ τρον)] … Dictionary of Greek